Περπατώντας
στο διάσελο μεταξύ Καλογερικού και Προφήτη Ηλία στην ευρύτερη ορεινή περιοχή
πίσω από τα Βασιλικά συναντάμε το όμορφο εξωκλήσι του Αγίου Δημητρίου.
Βλέποντας το εξωκλήσι αλλά και γνωρίζοντας ότι πολιούχος της πόλης στην οποία
ζούμε αλλά και σας γνωρίζουμε τις ορεινές περιοχές και την ύπαιθρο γύρω από
αυτήν σκεφθήκαμε να σας κάνουμε μία μικρή ανάρτηση με την πλούσια βιογραφία του
Αγίου ο οποίος είναι προστάτης της Θεσσαλονίκης, του Αγίου Δημητρίου.
ΑΓΙΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
Ο
Άγιος Δημήτριος (280 - 306) είναι άγιος της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής
Εκκλησίας και πολιούχος της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τα αγιολογικά κείμενα, ο Δημήτριος
έζησε και μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη επί Διοκλητιανού. Ο Δημήτριος ήταν γόνος
αριστοκρατικής οικογένειας στη Θεσσαλονίκη. Σύντομα ανελίχθηκε στις βαθμίδες
του Ρωμαϊκού στρατού με αποτέλεσμα σε ηλικία 22 ετών να φέρει το βαθμό του
χιλιάρχου.
Ως αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού κάτω από τη διοίκηση του
Τετράρχη (και έπειτα αυτοκράτορα) Γαλερίου Μαξιμιανού, όταν αυτοκράτορας ήταν ο
Διοκλητιανός, έγινε χριστιανός και φυλακίστηκε στην Θεσσαλονίκη το 303 μ.Χ.,
διότι αγνόησε το διάταγμα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού «περί αρνήσεως του
χριστιανισμού». Μάλιστα λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει κύκλο νέων προς μελέτη της
Αγίας Γραφής. Λόγω προβλημάτων της αγιολογικής παράδοσης, για τις απαρχές και
την προέλευση της λατρείας του έχουν διατυπωθεί από το 19ο αιώνα διάφορες
θεωρίες, επικρατέστερη των οποίων μεταξύ των μελετητών είναι ότι δεν υπήρξε
Δημήτριος που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη, αλλά η λατρεία του προέρχεται από το
Σίρμιο της Παννονίας. Σημαντικό κέντρο της λατρείας του είναι η Θεσσαλονίκη,
όπου τιμάται από την πρωτοχριστιανική περίοδο και έχει ανεγερθεί βασιλική προς
τιμήν του. Κατά τους βυζαντινούς χρόνους τιμώταν ως θαυματουργός προστάτης της
πόλης από εχθρούς πολιορκητές της και κατά την εορτή του πραγματοποιούνταν
θρησκευτική και εμπορική πανήγυρις, τα Δημήτρια, που αναβίωσαν τη δεκαετία του
1960 ως πολιτιστική διοργάνωση. Είναι ένας από τους λαοφιλέστερους αγίους της
Ορθόδοξης Εκκλησίας, που εορτάζει τη μνήμη του στις 26 Οκτωβρίου.
ΤΟ
ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Σύμφωνα
με την αγιολογική παράδοση, ο Άγιος Δημήτριος μαρτύρησε επί Διοκλητιανού όταν
με την παρακίνηση του Γαλέριου, μέλους της Τετραρχίας, έλαβε χώρα ο πιο σκληρός
διωγμός των Χριστιανών στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στρατιώτες του Γαλέριου
συνέλαβαν τον «μακαριότατο Δημήτριο εκ γένους των περιδόξων» με την κατηγορία
ότι συμμετείχε ενεργά στις χριστιανικές συγκεντρώσεις. Ανώνυμος Συναξαριστής
πληροφορεί για τη δράση του Αγίου Δημητρίου, αποδίδοντάς του τον τίτλο του
«υπάτου» μεταξύ των χριστιανών της Θεσσαλονίκης. Ο Δημήτριος προσευχόταν στις
συγκεντρώσεις στη Χαλκευτική στοά της Ρωμαϊκής Αγοράς της Θεσσαλονίκης και
ενίσχυε τους οικονομικά ανήμπορους συμπολίτες του. Δημώδες μεταβυζαντινό
κείμενο για το «Μαρτύριον του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του
Μυροβλήτου» περιγράφει τη βαθιά θρησκευτική κατάνυξη που επικρατούσε στο
ακροατήριο του Δημητρίου. Οι «Δημεγέρτες» πρόδωσαν τον Δημήτριο στο Γαλέριο ο
οποίος διέταξε να συλληφθεί και να κλειστεί στις υπόγειες «καμάρες» παρά του
σταδίου που γειτόνευε με το δημόσιο λουτρό. Σύμφωνα με τα αγιολογικά κείμενα ο
Δημήτριος κρατήθηκε έγκλειστος «περὶ τῶν
καμίνων καμάρας», δηλαδή στα προπνιγεία του ρωμαϊκού λουτρού. Στη φυλακή ήταν
και ένας νεαρός χριστιανός ο Νέστορας, ο οποίος θα αντιμετώπιζε σε μονομαχία
τον φοβερό μονομάχο της εποχής Λυαίο. Ο νεαρός χριστιανός πριν τη μονομαχία
επισκέφθηκε τον Δημήτριο και ζήτησε τη βοήθειά του. Ο Άγιος Δημήτριος του έδωσε
την ευχή του και το αποτέλεσμα ήταν ο Νέστορας να νικήσει το Λυαίο και να
προκαλέσει την οργή του αυτοκράτορα. Διατάχθηκε τότε να θανατωθούν και οι δύο,
Νέστορας και Δημήτριος. Αφού ο Νέστορας κατανίκησε τον Λυαίο, θανατώθηκε από
τον Γαλέριο που θεώρησε την ήττα του Λυαίου ως προσωπική του ήττα. Όταν
πληροφορήθηκε ότι ο Νέστορας ήταν μαθητής του Δημητρίου, διέταξε να φέρουν τον
Δημήτριο μπροστά του για να αποκηρύξει την πίστη του.
Τελικά ο Δημήτριος, με
διαταγή του Γαλέριου, θανατώθηκε στις υπόγειες φυλακές πιθανότατα το 306 μ.Χ.
Μετά τον θάνατό του, πιστοί τον έθαψαν την ίδια ή την επόμενη νύχτα πρόχειρα
στον ίδιο χώρο, όπου αργότερα κτίστηκε ένας «οικίσκος» που κατεδαφίσθηκε από
τον Λεόντιο για την ανέγερση της βασιλικής. Οι συγγραφείς εγκωμίων του Αγίου
Δημητρίου, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Γρηγόριος ο Παλαμάς και Δημήτριος
Χρυσολωράς, αναφέρουν ότι το σώμα του Αγίου ετάφη στον τόπο του μαρτυρίου, ο δε
τάφος μετεβλήθη σε βαθύ φρέαρ που ανέβλυζε μύρο, εξ ου και η προσωνυμία του
Μυροβλήτου. Οι απαρχές της λατρείας του Αγίου Δημητρίου δεν είναι γνωστές με
βεβαιότητα, καθώς, ενώ η αγιολογική παράδοση χρονολογεί το μαρτύριό του την
εποχή του διωγμού των Χριστιανών επί Διοκλητιανού, την πρώτη δεκαετία του 4ου
αιώνα, το πιο πρώιμο βέβαιο στοιχείο της λατρείας του, η ανέγερση της
πεντάκλιτης βασιλικής προς τιμήν του στη Θεσσαλονίκη,χρονολογείται από τα μέσα
του 5ου ως το πρώτο τέταρτο του 6ου μ.Χ. αι. Ακόμη, από τα μαρτυρολόγια του 4ου
και του 5ου αιώνα απουσιάζει η αναφορά σε λατρεία ή μαρτύριο κάποιου Δημήτριου
στη Θεσσαλονίκη. Οι περισσότεροι μελετητές αμφισβητούν την ιστορικότητα των
βιογραφικών πληροφοριών των αγιολογικών κειμένων και συμφωνούν ότι δεν υπήρξε
Δημήτριος που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη, αλλά η λατρεία του προέρχεται από το
Σίρμιο, ακολουθώντας την υπόθεση που διατύπωσε ο Βέλγος Βολλανδιστής Ιππόλυτος Ντελεαί.
Ο Ντελεαί παρατήρησε ότι σε αντίθεση με την απουσία αναφοράς μάρτυρος Δημητρίου
από τη Θεσσαλονίκη, στο Ιερωνυμιακό Μαρτυρολόγιο καταγράφεται το μαρτύριο «in
Sirmia Demetri diaconi» (ελλην.: στο Σίρμιο του Δημητρίου του διακόνου), ενώ
και στο Συριακό Μαρτυρολόγιο -η συγγραφή του οποίου χρονολογείται στο 411 και
στηρίζεται σε ένα ελληνικό μαρτυρολόγιο περίπου του 362 από τη Νικομήδεια και,
επομένως, προηγείται της πιο πρώιμης πιθανής χρονολογίας ανέγερσης βασιλικής
προς τιμήν του Δημητρίου στο Σίρμιο από τον Λεόντιο- αναφέρεται ο «ἐν
Σιρμίῳ Δημήτριος» που εορταζόταν στις 9
Απριλίου. Η υπόθεση αυτή παρέχει εξήγηση για την ύπαρξη χώρου λατρείας του
μάρτυρα εντός των τειχών της πόλης, όπου απαγορεύονταν οι ταφές κατά τη ρωμαϊκή
περίοδο, και για τις δηλώσεις άγνοιας επισκόπων Θεσσαλονίκης σχετικά με την
τοποθεσία των λειψάνων του αγίου τον 6ο και τον 7ο αιώνα, όπως και την ύπαρξη
ενός οραρίου μεταξύ των κειμηλίων του αγίου, ενδύματος διακόνων, ιδιότητα που είχε
ο Δημήτριος του Σιρμίου.
Σύμφωνα με τον κλασικιστή Michael Vickers, η μεταφορά
της λατρείας του αγίου συνέβη μαζί με τη μεταφορά της έδρας της επαρχίας
Ιλλυρικού από το Σίρμιο στη Θεσσαλονίκη, μετά την καταστροφή του Σιρμίου από
τους Ούννους του Αττίλα το 441. Κατά το Vickers, η μνήμη του αγίου μεταφέρθηκε
τότε στις 26 Οκτωβρίου ως ημέρα μετακομιδής των κειμηλίων του. Μελετώντας τη
διάδοση της λατρείας ιλλυρικών και παννονικών αγίων, ο μεσαιωνολόγος Peter Tóth
καταλήγει ότι εκκινώντας από το Σίρμιο η προσκύνηση του Δημητρίου είχε ήδη
εξαπλωθεί το τέλος του 4ου αιώνα, μάλλον και στη Θεσσαλονίκη, και ότι όταν,
χρόνια μετά την άλωση του Σιρμίου το 441, κτίστηκε η βασιλική του Αγίου
Δημητρίου στις αρχές του 6ου αιώνα, είχε λησμονηθεί η καταγωγή της λατρείας
του, όπως συνέβη και με άλλους παννονικής προέλευσης αγίους, με αποτέλεσμα ο
Δημήτριος να θεωρηθεί Θεσσαλονικέας, θεώρηση που αποτυπώθηκε στο πρώτο
μαρτυρολόγιο (την Passio prima) σύμφωνα με τον Tóth, οι αναφορές στο Σίρμιο
συμπεριλήφθηκαν στο δεύτερο μαρτυρολόγιο (την Passio altera) συνεπεία της
ενσωμάτωσης στη θεσσαλονίκεια παράδοση εκείνης των κατοίκων του Σιρμίου που
προσέφυγαν στη Θεσσαλονίκη μετά την κατάληψή του από τους Αβάρους το 582. Έλληνες
μελετητές έχουν επιχειρηματολογήσει υπέρ της εντοπιότητας της προσκύνησης του
Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη απορρίπτοντας τη θεωρία περί προέλευσής της από
το Σίρμιο. Παραδείγματος χάριν, σε άρθρο του 1976 ο βυζαντινολόγος Γεώργιος
Θεοχαρίδης απέρριψε την ερμηνεία του Vickers, αναφερόμενος στις Νεαρές του
Ιουστινιανού, όπου αναφέρεται ότι ο έπαρχος του Ιλλυρικού την περίοδο εκείνη
ονομαζόταν Apraemius και όχι Λεόντιος, όπως ονομάζεται ο praefectus των
αγιολογιών.
Ο Δημήτριος Σκέδρος αμφισβητεί την πληρότητα των καταλόγων των
πρώιμων μαρτυρολογίων από τα οποία απουσιάζει η αναφορά σε Θεσσαλονικέα μάρτυρα
Δημήτριο και εισηγείται ότι υπήρξαν δύο Δημήτριοι, ένας που μαρτύρησε στη
Θεσσαλονίκη και ένας διάκονος που μαρτύρησε στο Σίρμιο, η λατρεία των οποίων
συγχωνεύθηκε μετά την παύση προσκύνησης του δεύτερου, όταν το Σίρμιο
καταλήφθηκε από τους Ούννους το 441. O Σκέδρος ταυτίζει τον έπαρχο Λεόντιο των
Μαρτυρολογίων με τον έπαρχο Ιλλυρικού του έτους 412/13 που καταγράφεται στον
Θεοδοσιανό Κώδικα, τον οποίο συνδέει με την ανοικοδόμηση μιας τρίκλιτης
βασιλικής στον χώρο όπου αργότερα ανεγέρθηκε η πεντάκλιτη βασιλική του Αγίου
Δημητρίου, ενώ ερμηνεύει την αφήγηση της Passio altera περί ίδρυσης βασιλικής
στο Σίρμιο από το Λεόντιο στο συγκείμενο του ανταγωνισμού Σιρμίου και
Θεσσαλονίκης και την απορρίπτει ως κατοπινή ανιστορική προσθήκη στην αγιολογική
παράδοση με στόχο την ενίσχυση του γοήτρου της Θεσσαλονίκης, όπου εντοπίζει τις
απαρχές της προσκύνησης του Αγίου. Προσπαθώντας να εξηγήσει τη μεταβολή του
Δημητρίου από διάκονο σε στρατιωτικό άγιο και την αναφορά της αγιολογικής
παράδοσης σε μεταφορά της λατρείας από τη Θεσσαλονίκη στο Σίρμιο, ο κλασικιστής
David Woods παρατήρησε ότι ο συνδυασμός ὀραρίου και δαχτυλιδιού ως
κειμηλίων του αγίου απαντάται επίσης στην περίπτωση των μαρτύρων Emeterius και
Chelidonius, επίσης στρατιωτικών αγίων από την Ταρρακωνική της Ιβηρικής και
διατύπωσε την εικασία ότι η αρχή της λατρείας του αγίου Δημητρίου σχετίζεται με
τη μεταφορά των κειμηλίων αυτών στη Θεσσαλονίκη το 379, λίγο μετά την
εγκατάσταση εκεί του ισπανικής καταγωγής αυτοκράτορα Θεοδόσιου, και την
κατοπινή παρανάγνωση μιας επιγραφής που ανέφερε τον Άγιο Emeterius, το όνομα
του οποίου αποδόθηκε λανθασμένα ως Demetrius.
Καθώς στην Ορθόδοξη εκκλησία η
αγιοκατάταξη είναι συνήθως μια διαδικασία που αφορμάται από την απόδοση τιμών
σε κάποιον ως άγιο από τους πιστούς, ενώ η εκκλησιαστική διοίκηση μιας τοπικής
εκκλησίας απλώς την επικυρώνει μέσω της συμπερίληψης της μνήμης του αγίου στο
εκκλησιαστικό ημερολόγιο, και καθώς στη Βυζαντινή αυτοκρατορία δεν υπήρχε
συστηματική διαδικασία αγιοκατάταξης μέχρι τον ύστερο 13ο αιώνα (οπότε
χρονολογούνται οι πρώτες σχετικές συνοδικές αποφάσεις) δεν υπάρχουν στοιχεία
για κάποια επισκοπική απόφαση για την αγιοκατάταξη του Δημητρίου. Η θεώρησή του
μάρτυρα ως Αγίου εδραιώθηκε και διατηρήθηκε κατά τους πρωτοχριστιανικούς και
μεσαιωνικούς χρόνους μέσα από την ύπαρξη σημείων της αγιότητας και της
μεσιτείας του στο Θεό, δηλαδή, την εικονογράφησή του, την υμνογραφία και τη
ναοδομία προς τιμήν του και, κυρίως, τα αγιολογικά κείμενα που διηγούνται το
βίο και τα θαύματά του. Κατά την αγιολογική παράδοση, ο Άγιος Δημήτριος τάφηκε
στον ίδιο χώρο όπου τον 5ο αι. μ.Χ. χτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός, ο οποίος μετά
από καταστροφές και αλλαγές αποτελεί το σημερινό Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου.
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη ήταν ένα από τα σημαντικότερα
προσκυνήματα στη Βυζαντινή αυτοκρατορία και η προσκύνηση του αγίου στη
Θεσσαλονίκη συνεχίζεται από την πρωτοχριστιανική περίοδο έως και σήμερα. Το
υπόγειο λουτρό διατηρήθηκε και διασκευάστηκε σε κρύπτη. Ο Άγιος Δημήτριος έγινε
ο φύλακας και προστάτης της Θεσσαλονίκης. Το όνομα «Μυροβλύτης» του δόθηκε από
το μύρο που αναβλύζει από τον τάφο του. Πολυάριθμες είναι οι απεικονίσεις του
Αγίου Δημητρίου σε χειρόγραφα, φορητές εικόνες και τοιχογραφίες με σκηνές από
το βίο, το μαρτύριο και τα θαύματά του.
Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Αριστείδη
Μέντζο, τα λείψανα του αγίου δεν ήταν μόνον αντικείμενα αλλά και χώμα ποτισμένο
με αίμα, το οποίο κάποτε φυλασσόταν στο σκευοφυλάκιο του ναού της Αγίας Σοφίας
της Θεσσαλονίκης.
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης |
Σ' αυτό συνηγορεί η γραπτή μαρτυρία ότι ο Ιουστινιανός
αναζητούσε λείψανα του Αγίου Δημητρίου, που σημαίνει ότι ήταν γνωστή η ύπαρξη
λειψάνων. Η προσκύνηση χώματος-λύθρου συνδέεται με τον Άγιο Δημήτριο από τα
πρώτα χρόνια της λατρείας του μέχρι τον 20ο αιώνα στη Θεσσαλονίκη. Η κάρα του
αγίου αφαιρέθηκε από το ναό του, από τους Νορμανδούς κατακτητές το 1185, για να
καταλήξει σε Ιταλικό μοναστήρι και να επιστρέψει πολύ αργότερα στην Ελλάδα. Έως
και τα μέσα του 20ου αιώνα οι νομάδες ποιμένες της ελληνικής υπαίθρου, όπως οι
Βλάχοι και οι Σαρακατσάνοι, ως και τις οροσειρές της Ροδόπης και του Πιρίν στη
σημερινή Βουλγαρία, όριζαν τις εποχικές μετακινήσεις των ποιμνίων τους το
φθινόπωρο και την άνοιξη με βάση τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου
Γεωργίου αντίστοιχα. Ο άγιος Δημήτριος είναι ένας από τους πιο λαοφιλείς αγίους
για τους ελληνορθόδοξους και σλαβορθόδοξους Χριστιανούς.
Από τους εορτασμούς για τον Άγιο Δημήτριο στην πόλη της Θεσσαλονίκης με επίκεντρο τον ομώνυμο ναό. |
Η μνήμη του Αγίου
Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλύτη εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την
26η Οκτωβρίου. Εκτός από τη Θεσσαλονίκη, τιμάται ως πολιούχος άγιος και σε
άλλες πόλεις, όπως η Χρυσούπολη, η Ελασσόνα, η Ναύπακτος, η Κηφισιά κ.ά.
ΠΑΡΑΔΟΣΗ
ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΗΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ
ΘΑΥΜΑΤΑ
Κατά
τη διάρκεια της πολιορκίας της βυζαντινής Θεσσαλονίκης τον Οκτώβριο του 1207
από τους βούλγαρους, ο ηγεμόνας των Βουλγάρων Ιωαννίτζης πέθανε αιφνιδίως με
τις συνθήκες του θανάτου του να είναι αβέβαιες. Ο Ακροπολίτης αναφέρει ότι
πέθανε από πλευρίτιδα. Ωστόσο ο ίδιος κατέγραψε επίσης μια φήμη που υποστήριζε
ότι «ο θάνατος του Καλογιάν προκλήθηκε από θεϊκή οργή, γιατί του φάνηκε ότι
ένας οπλισμένος άντρας εμφανίστηκε μπροστά του στον ύπνο του και χτύπησε την
πλευρά του με ένα δόρυ». Θρύλοι για παρέμβαση του Αγίου Δημητρίου υπέρ της
πολιορκημένης πόλης στην πραγματικότητα εμφανίστηκαν λίγο μετά το θάνατο του
Καλογιάν. Ο Ρομπέρ ντε Κλαρί έγραψε ήδη πριν από 1216 ότι ο ίδιος ο άγιος ήρθε
στη σκηνή Καλογιάν και «τον χτύπησε με μια λόγχη», προκαλώντας το θάνατό του. Ο
Στέφανος Νεμάνιτς κατέγραψε τον ίδιο μύθο το 1216 στο βίο αγίων για τον πατέρα
του, Στέφανο Νεμάνια. Ο Ιωάννης Σταυράκιος, που συνέλεξε τους θρύλους για τον
Αγιο Δημήτριο στα τέλη του 13ου αιώνα, κατέγραψε ότι ένας ιππέας πάνω σε άσπρο
άλογο χτύπησε Καλογιάν με μια λόγχη. Ο Καλογιάν, συνέχισε ο Σταυράκιος,
συσχέτισε τον επιτιθέμενο με το Mανάστρα, διοικητής των Κουμάνων μισθοφόρων
του, που ως εκ τούτου έπρεπε να φύγει πριν από το θάνατο του Καλογιάν. Ο μύθος
αυτός απεικονίστηκε στους τοίχους πάνω από πέντε ορθόδοξων εκκλησιών και
μοναστηριών. Για παράδειγμα, μια τοιχογραφία στη Μονή Ντετσάνι απεικονίζει τον
Άγιο Δημήτριο να σκοτώνει τον Τσάρο Σκαλογιάν. Ένα από τα πολλά θαύματα του
Αγίου είναι και το εξής. Το 1823 μ.Χ. οι Τούρκοι που ήταν αμπαρωμένοι στην
Ακρόπολη της Αθήνας ετοίμαζαν τα πυρομαχικά τους για να χτυπήσουν με τα κανόνια
τους, τους Έλληνες που βρισκόντουσαν στον ναό του Αγίου Δημητρίου, μα ο Άγιος
Δημήτριος έκανε το θαύμα του για να σωθούν οι Χριστιανοί και η πυρίτιδα έσκασε
στα χέρια των Τούρκων καταστρέφοντας και τμήμα του μνημείου του Παρθενώνα. Για
να θυμούνται αυτό το θαύμα, ο ναός λέγεται από τότε Άγιος Δημήτριος
Λουμπαρδιάρης, από την λουμπάρδα δηλαδή το κανόνι των Τούρκων που καταστράφηκε.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ
ΔΗΜΗΤΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ο
θεσμός έχει την προέλευσή του στην παράδοση να ανταλλάσσονται τα προϊόντα της
ενδοχώρας με τα θαλασσινά προϊόντα, κατά την εποχή του Βυζαντίου και
συγκεκριμένα από τον 10ο αιώνα μ.Χ. Ονομάζονταν «Δημήτρια» διότι
πραγματοποιούνταν κατά τις ημέρες εορτασμού της μνήμης του πολιούχου της
Θεσσαλονίκης Αγίου Δημητρίου. Η πανήγυρη με την ονομασία αυτή άκμασε τον 14ο
αιώνα, τον επονομαζόμενο και «χρυσό αιώνα» της Θεσσαλονίκης. Αρχικά η γιορτή
αυτή είχε κυρίως θρησκευτικό και εμπορικό χαρακτήρα. Παράλληλα όμως ο λαός της
πόλης κατά τα «Δημήτρια» έβρισκε πολλές διασκεδάσεις και ευκαιρίες ψυχαγωγίας
με σχοινοβάτες, γελωτοποιούς, μίμους και θεατρίνους οι οποίοι γύριζαν τις
αγορές και τις γειτονιές. Επίσης κατά τη γιορτή, σύμφωνα με τις πηγές,
παρουσιάζονταν θεατρικά έργα του αρχαιοελληνικού δραματολογίου καθώς και
διαλέξεις φιλοσόφων και λογίων. Η ακμή αυτή επιβραδύνθηκε ιδιαίτερα από την
πολιορκία των Οθωμανών, από το 1422 έως και το 1430, χρονιά άλωσης της πόλης.
Αναβίωσε ως πλαίσιο πολιτιστικών εκδηλώσεων από το 1966 και μέχρι σήμερα
αποτελεί τον κορυφαίο πολιτιστικό θεσμό του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου