Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

ΛΑΤΟΜΕΙΑ, ΤΟ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΚΑΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ



Στην τελευταία φωτογραφική παρουσίαση στην σελίδα μας στο facebook: www.facebook.com/trekking.around.thessaloniki  που ήταν η φωτογραφική παρουσίαση της πεζοπορικής διαδρομής ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙΟΥ-ΕΞΩΚΛΗΣΙ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ επισκεφθήκαμε στην πρώτη μας παράκαμψη ένα εγκαταλειμμένο λατομείο. Έτσι σκεφθήκαμε να ετοιμάσουμε στο blog της σελίδας μία ανάρτηση για τα λατομεία ψάχνοντας κυρίως στο διαδίκτυο ότι πληροφορίες μπορούμε να βρούμε για αυτά.

ΛΑΤΟΜΕΙΑ, ΤΟ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΚΑΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

Το λατομείο αποτελεί εκσκαφή ή σύστημα εκσκαφών που πραγματοποιείται με σκοπό τη λήψη λατομικών ορυκτών (είτε στη φυσική τους κατάσταση είτε σε κατάσταση διάλυσης ή εναιώρησης) ή προϊόντα λατομικών ορυκτών, και δεν είναι ούτε μεταλλείο ούτε φρέαρ ή γεώτρηση ή συνδυασμός των δύο. Από νομική άποψη λατομικοί χώροι ή λατομεία είναι οι ενιαίοι χώροι από όπου εξορύσσονται τα λατομικά ορυκτά και στους οποίους έχουν χορηγηθεί και βρίσκονται σε ισχύ οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία:
  1. εγκρίσεις διενέργειας ερευνητικών εργασιών που αφορούν λατομικά ορυκτά ή
  2. άδειες εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών.


Ως δημόσια λατομεία νοούνται οι λατομικοί χώροι επί δημοσίων εκτάσεων ενώ ιδιωτικά ή δημοτικά λατομεία νοούνται οι λατομικοί χώροι επί ιδιωτικών ή δημοτικών εκτάσεων αντίστοιχα. Λατομικές περιοχές είναι οι εκτάσεις εντός των οποίων χωροθετούνται ένας ή περισσότεροι λατομικοί χώροι εκμετάλλευσης αδρανών υλικών και οι οποίες κρίνονται κατάλληλες τόσο ως προς την ποιότητα των πετρωμάτων όσο και ως προς τις επιπτώσεις της αναπτυσσόμενης εντός αυτών λατομικής δραστηριότητας στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα ενός λατομείου είναι δυνατόν να ελεγχθεί κι αυτό σχετίζεται με τον αποτελεσματικό σχεδιασμό, την ασφαλή λειτουργία, την διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων και την περαιτέρω αποκατάστασή του.

ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΞΟΡΥΞΗΣ ΣΕ ΛΑΤΟΜΕΙΑ

Η μέθοδος  της επιφανειακής εκμετάλλευσης με  βαθμίδες ανοιχτού τύπου είναι η πλέον χρησιμοποιούμενη μέθοδος εκμετάλλευσης σε λατομεία. Η μέθοδος εφαρμόζεται κυρίως σε μάρμαρα και αδρανή υλικά αλλά και σε μεταλλεία, στις περιπτώσεις που  δεν επιλέγεται η υπόγεια εκμετάλλευση είτε άλλου είδους επιφανειακή εκμετάλλευση,όπως πχ. με κλειστές βαθμίδες (conical pit) ή εκμετάλλευση κατά λωρίδες (Strip mining). Η μορφή της ανοικτής εκσκαφής αλλά  και η εφαρμοζόμενη μέθοδος πρέπει να προσαρμόζονται στις εκάστοτε γεωμορφολογικές συνθήκες και τα χαρακτηριστικά του κοιτάσματος με γνώμονα την ασφαλή και ορθολογική εκμετάλλευση των εξορυκτικών εργασιών. Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά των εκσκαφών  πχ. το ύψος των μετώπων (bench height), το πλάτος (bench width) και η κλίση της κάθε βαθμίδας (bench slope angle), η κλίση και η τελική μέγιστη επιτρεπόμενη κλίση του  πρανούς (overall slope angle) κ.α.,   καθορίζονται στους Κανονισμούς Λατομικών Εργασιών. Ο Ελληνικός Κανονισμός Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών (ΚΜΛΕ) ρυθμίζει τα τα θέματα της ασφάλειας των επιφανειακών εκσκαφών. 

Η εξόρυξη γίνεται με χρήση εκρηκτικών υλών για τις εκμεταλλεύσεις αδρανών υλικών ή βιομηχανικών ορυκτών που απαντούν σε σκληρούς σχηματισμούς, ενώ η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων μαρμάρου πραγματοποιείται σχεδόν αποκλειστικά με μηχανική εξόρυξη (κυρίως με τη χρήση συρματοκοπής). Η τεχνολογία των εκρηκτικών υλών έχει αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε σε συνδυασμό με τις προσπάθειες της μεταλλευτικής βιομηχανίας, των κατασκευαστών καθώς και της πολιτείας, έχει βελτιωθεί σημαντικά το επίπεδο ασφάλειας στους εξορυκτικούς χώρους, τουλάχιστον όσο αφορά τη χρήση τους. Η υπόγεια εκμετάλλευση εφαρμόζεται σπάνια σε λατομεία, κυρίως λατομεία μαρμάρων και επιβάλλεται είτε για λόγους οικονομοτεχνικούς είτε για περιβαλλοντικούς λόγους.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΛΑΤΟΜΕΙΩΝ
  1. ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΜΑΡΜΑΡΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΡΥΚΤΩΝ
  2. ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΑΔΡΑΝΩΝ ΥΛΙΚΩΝ
  3. ΑΝΕΝΕΡΓΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ


ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΜΑΡΜΑΡΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΡΥΚΤΩΝ
Η εκμετάλλευση λατομείων μαρμάρων πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο με επιφανειακές εκμεταλλεύσεις, στις οποίες γίνεται  απόσπαση των μαρμάρων από το μητρικό πέτρωμα με χρήση συρματοκοπής ή άλλου ειδικού εξοπλισμού (όχι χρήση εκρηκτικών υλών). Επίσης είναι δυνατή και η υπόγεια εκμετάλλευση. Οι υπαίθριες εκμεταλλεύσεις  πραγματοποιούνται με τη μέθοδο των ορθών βαθμίδων,  με ύψος και πλάτος που καθορίζονται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η ορθολογική εκμετάλλευση. Το πρώτο στάδιο είναι η οριοθέτηση του προς εκμετάλλευση τμήματος του κοιτάσματος και η επιλογή της θέσεως, από όπου θα γίνει η προσπέλασή του και η εκκίνηση της εξόρυξης. Στην συνέχεια ακολουθεί η εξόρυξη  συνήθως  με χρήση συστήματος συρματοκοπής για την αποκοπή των «πάγκων» μεγάλων διαστάσεων από το μητρικό πέτρωμα.Την εξόρυξη, ακολουθεί  ο τεμαχισμός των ογκομαρμάρων σε μικρότερους όγκους και πλάκες εμπορεύσιμων διαστάσεων. Η διαδικασία αυτή πραγματοποιείται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις επεξεργασίας,  τα σχιστήρια μαρμάρων. τα οποία χωροθετούνται είτε μέσα στους λατομικούς χώρους είτε συνηθέστερα σε παρακείμενους χώρους.

Τα ογκομάρμαρα, δηλαδή οι ορθογωνισμένοι όγκοι μαρμάρου,  αποτελούν το κατεξοχήν προϊόν της εκμετάλλευσης των λατομείων μαρμάρου. Εντούτοις, στα λατομεία μαρμάρων παράγονται κι άλλα "υποπροϊόντα" :
  1. τα «ξοφάρια» ή «ογκοξόφαρα»
  2. οι λατύπες 
  3. ένα μεγάλο ποσοστό αδρανών υλικών.Τα "υποπροϊόντα¨αυτά είναι εν δυνάμει αξιοποιήσιμα, στο βαθμό που επιτρέπεται από την σχετική νομοθεσία αλλά και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους.


Η εκμετάλλευση λατομείων  βιομηχανικών ορυκτών γίνεται επίσης με την μέθοδο των ορθών βαθμίδων. Η εξόρυξη διενεργείται  είτε με τη χρήση εκρηκτικών υλών είτε συνηθέστερα με την χρήση μηχανικών μέσων, στις περιπτώσεις όπου τα κοιτάσματα είναι χαλαρά, μη συνεκτικά.

ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΑΔΡΑΝΩΝ ΥΛΙΚΩΝ
Οι εκμεταλλεύσεις λατομείων αδρανών αναπτύσσονται με την σταδιακή απόληψη του κοιτάσματος σε ανοικτές βαθμίδες, η διαμόρφωση των οποίων αρχίζει από τα υψηλότερα σημεία και χωρεί διαδοχικά στα χαμηλότερα.  Ο καθορισμός του πλάτους της βαθμίδας, γίνεται με κριτήριο την ασφαλή λειτουργία του μηχανικού εξοπλισμού που απασχολείται σε αυτήν. Κατά κανόνα ορύσσονται με μια μικρή κλίση ως προς την κατακόρυφο, διατηρώντας γωνία περί τις 70-80°, ενώ στο τελικό πρανές που δημιουργείται  προσδίδεται συνήθως , αν το πέτρωμα είναι συνεκτικό, τελική κλίση άνω των 60°. Τα λατομεία αδρανών χαρακτηρίζονται από την αποκλειστική  χρήση εκρηκτικών υλών και την σχεδόν μηδενική αποκάλυψη του κοιτάσματος, καθώς τις περισσότερες φορές τα στείρα υλικά είναι ελάχιστα. Στην Ελλάδα τα λατομεία αδρανών χωροθετούνται σε ειδικές περιοχές εκμετάλλευσης, τις λατομικές περιοχές. 

Η ένταξη των λατομείων αδρανών σε λατομικές περιοχές αποτελεί διαχρονική πολιτική της πολιτείας για την βιώσιμη αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών στον τομέα των αδρανών/δομικών υλικών καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Δυστυχώς η χωροθέτηση αυτή , παρά το γεγονός ότι ξεκίνησε από το 1984, έχει καθυστερήσει σημαντικά ώστε ένα μέρος των αδρανών/δομικών υλικών να προέρχεται από μη κατάλληλους ή παράνομους χώρους λαθροεξόρυξης με αρνητικές επιδράσεις στο περιβάλλον αλλά και την οικονομία της χώρας. Η υπόγεια εκμετάλλευση λατομείων αδρανών είναι δυνατή αλλά περιορισμένη.

ΑΝΕΝΕΡΓΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ
Τα λατομεία αν μετά την διακοπή των εξορύξεων δεν αποκατασταθούν, οδηγούν σε μεγάλα Οικολογικά Αποτυπώματα, με κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των πολιτών. Ειδικά για τον Νομό Αττικής, φορέας αποκατάστασης του περιβάλλοντος όλων των ανενεργών λατομείων είναι ο Οργανισμός Αθήνας (ΟΡΣΑ), ο οποίος αναθέτει την αποκατάσταση με σύναψη πρωτοκόλλου συνεργασίας στους φορείς εκτέλεσης των μεγάλων δημοσίων έργων της Αττικής και στον ΕΣΔΚΝΑ με την σύμπραξη του ενδιαφερόμενου ΟΤΑ. 

Η διεθνής πρακτική και τεχνογνωσία που υπάρχει σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (αλλά και Παγκόσμια γενικότερα), παρέχει βιώσιμα παραδείγματα αποκατάστασης, με νέες χρήσεις, συνδυάζοντας την Αποκατάσταση του Ανενεργού Λατομείου με Νέες Καινοτόμες Χρήσεις, οι οποίες παράγουν νέες θέσεις εργασίας και συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη. Μια πρόταση αξιοποίησης των Ανενεργών Λατομείων είναι η σταδιακή μετάλλαξη τους σε θεματικά πάρκα διαφόρων χρήσεων με ιδιαίτερο βάρος στην αναψυχή–ψυχαγωγία–περιβάλλον-πολιτισμός-αθλητισμός. Τα βασικά εργαλεία για την εφαρμογή ενός μοντέλου Αξιοποίησης και Ανάδειξης των ανενεργών Λατομείων είναι :
  • Η κύρωση της Σύμβασης του Ευρωπαϊκού Τοπίου
  • Ο Εθνικός Χωροταξικός Σχεδιασμός
  • Η αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας
  • Η διατήρηση της Βιοποικιλότητας
  • Ο Εναλλακτικός Τουρισμός και ιδιαίτερα η Μεταλλευτική Περιήγηση
  • Τα Θεματικά Πάρκα


ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΛΑΤΟΜΕΙΩΝ
Ο όρος αποκατάσταση ("restoration") εννοείται ως η διαδικασία πλήρους επαναφοράς του οικοσυστήματος στην αρχική του κατάσταση (δομή και λειτουργία). Κάτι τέτοιο ουσιαστικά είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί, δηλαδή να επιτευχθεί εκ νέου η αρχική κατάσταση υγείας και τελειότητας, παρά μόνο κάτω από ειδικές συνθήκες. Κατόπιν τούτου ο όρος "αποκατάσταση" στις περισσότερες περιπτώσεις θεωρείται μη δόκιμος. Επίσης, με τον όρο "reclamation", εννοείται η δημιουργία συνθηκών που θα καθιστούν τον διαταραχθέντα χώρο, μετά την ολοκλήρωση των έργων αποκατάστασης, κατάλληλο για την εγκατάσταση/φύτευση εκείνων των ειδών που ήταν αρχικά παρόντα στο χώρο[3]. Ωστόσο, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, η αποκατάσταση αναφέρεται στον όρο επανόρθωση ("rehabilitation"), ο οποίος σύμφωνα με τον Box, αναφέρεται στην περίπτωση επαναφοράς μιας υποβαθμισμένης περιοχής ή οικοσυστήματος σε μια καλύτερη, βελτιωμένη κατάσταση, η οποία να «συνάδει» με τις αισθητικές αξίες της γύρω περιοχής. 

Οι επιπτώσεις της λατομικής δραστηριότητας αφορούν κυρίως στο τοπίο αλλοιώνοντας τα βασικά χαρακτηριστικά του (μορφή, σχήμα, χρώμα και υφή), την βιοποικιλότητα, τον θόρυβο, την αέρια ρύπανση (έκλυση σκόνης ή καυσαερίων) κατά τις διάφορες φάσεις εξόρυξης, την ενδεχόμενη ρύπανση των επιφανειακών και υπογείων υδάτων, λόγω αλλαγής τη κοίτης χειμάρρων ή καταστροφής του υδροφόρου ορίζοντα. Ειδικότερα, η οπτική όχληση από τις εξορυκτικές εκσκαφές και την απόθεση των στείρων υλικών συνιστούν επίπτωση που με κατάλληλο σχεδιασμό αλλά και ορθή διαχείριση μπορεί να καταστεί προσωρινή και, μερικώς έως ολικώς, αναστρέψιμη. Πρακτικά αλλά και ουσιαστικά ο στόχος της αποκατάστασης είναι να χρησιμοποιηθεί η βλάστηση της περιβάλλουσας αδιατάρακτης περιοχής ως γνώμονας για επανεγκατάσταση των φυτικών ειδών. Με αυτόν τον τρόπο, ο λατομικός χώρος θα εναρμονίζεται με τη γύρω περιοχή διότι θα λαμβάνει χώρα τόσο η τεχνητή όσο και η φυσική αποκατάσταση (οικολογική διαδοχή). Από τεχνικής άποψης, η αποκατάσταση λατομείου περιλαμβάνει την κατάλληλη διαμόρφωση του ανάγλυφου (δηλ. την μερική ή ολική επιχωμάτωση του διαταραχθέντος λατομικού χώρου) ή την πλήρωση των βαθμίδων με ικανού πάχους εδαφικό υλικό, με σκοπό την αποκατάσταση και προετοιμασία των επιφανειών για την εγκατάσταση της βλάστησης με φύτευση ή/και σπορά από κατάλληλα είδη (ποώδη, θαμνώδη και δενδρώδη) καθώς και της υποδομής για τη συντήρησή της (δίκτυο άρδευσης κλπ). Οι εργασίες εγκατάστασης της βλάστησης προϋποθέτουν ότι τα έργα που σχετίζονται με τη μορφολογία του εδάφους, την ποιότητα της φυτικής γης, τα αντιδιαβρωτικά και τη στερέωση των αποθέσεων έχουν εκτελεστεί με επιτυχία. Το κριτήριο για την αξιολόγηση της αποκατάστασης είναι το αν η φυσιογνωμία της λατομικής έκτασης σε γενικά πλαίσια θα είναι οικεία με την αδιατάρακτη περιοχή.  Διακρίνουμε τα πέντε ακόλουθα κριτήρια για μια επιτυχημένη αποκατάσταση :
  • την αειφορικότητα (δυνατότητα αναγέννησης)
  • την αντίσταση των αυτοφυών σε εισβολές ξένων ειδών
  • την παραγωγικότητα
  • την διαθεσιμότητα θρεπτικών ουσιών
  • τις βιοτικές αλληλεπιδράσεις


Οι παράγοντες που θα καθορίσουν την επιτυχία της αποκατάστασης είναι η επιλογή των φυτικών ειδών, η προετοιμασία του εδάφους και η επιλογή των συνθηκών φύτευσης. Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να αποδίδεται στο αν ο λατομικός χώρος μετά το πέρας των εργασιών εκμετάλλευσης μπορεί, με ένα κόστος οικονομικά αποδεκτό, να διαμορφωθεί κατάλληλα, ώστε να αποκτήσει μορφή συμβατή με το άμεσο και το ευρύτερο περιβάλλον. Τα ζητήματα αυτά εξετάζει η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), η οποία συντάσσεται στα πλαίσια της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και στις περιπτώσεις σημαντικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, όπως απαιτούν οι οδηγίες της Ε.Ε. και η ισχύουσα περιβαλλοντική νομοθεσία. Η διαδικασία αποκατάστασης δύναται να υλοποιείται, προοδευτικά κατά την διάρκεια και μετά το πέρας της εκμετάλλευσης, οπότε θα έχει ολοκληρωθεί η τελική διαμόρφωση του χώρου με απώτερο σκοπό να ενσωματωθεί ομαλά με την ευρύτερη αδιατάρακτη περιοχή. Η άμεση σχέση της εφαρμογής και ελέγχου της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων παράλληλα με την φυτοτεχνική μελέτη σε μια διαταραγμένη περιοχή από την λατομική εκμετάλλευση θα προσδώσει την αποτελεσματικότητα και τον καθορισμό του πλαισίου αποκατάστασης. Συνήθως, η ακολουθητέα διαδικασία αποκατάστασης περιλαμβάνει τα παρακάτω στάδια :
  • Κατάλληλη χωροθέτηση και  επιλογή προσανατολισμού της εκμετάλλευσης ώστε να αποφευχθούν οπτικά ευάλωτες θέσεις
  • Επιλογή της μεθόδου εξορυκτικής εκμετάλλευσης και των χώρων αποθέσεων ώστε να περιλαμβάνουν τη μικρότερη δυνατή επέμβαση.
  • Συλλογή και αποθήκευση του επιφανειακού εδάφους σε ξεχωριστές θέσεις.
  •  Κατάλληλη διαμόρφωση των κυρίων χώρων εξόρυξης και αποθέσεων με έργα δρόμων προσπέλασης, εγκαταστάσεων και προσωρινών αποθέσεων εδαφικού υλικού.
  • Επιχωμάτωση με εδαφικό υπόστρωμα και φυτική γη.
  • Επιλογή εντόπιων φυτικών ειδών για χρήση σε αναχλοάσεις και αναδασώσεις.
  • Υλοποίηση μεθόδων σποράς και φύτευσης με παρακολούθηση της εξέλιξης του χώρου.
  • Συντήρηση των υφιστάμενων έργων με συμπληρωματικές φυτεύσεις.


Αφού εκτιμηθούν οι μεταβλητές του τοπίου, καθοριστούν οι χώροι εκμετάλλευσης και απόθεσης των στείρων,  εξετάζεται το έδαφος το οποίο θα πρέπει να διαθέτει κατάλληλες φυσικοχημικές και βιολογικές ιδιότητες ώστε να είναι ικανό να συντηρήσει τη βλάστηση που θα εγκατασταθεί. Επίσης, η επιλογή της μεθόδου εγκατάστασης βλάστησης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη πολλά κριτήρια, όπως φυσικοχημικές ιδιότητες των εδαφών, είδη βλάστησης, διαθέσιμους πόρους, κλπ. Η απευθείας σπορά, είτε με χειρωνακτικό τρόπο είτε με χρήση υδροσπορέα,  αποτελεί την πιο συνήθη μέθοδο καθώς επιτυγχάνει την κάλυψη μεγάλων εκτάσεων με μικρό κόστος και σε σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ στην περίπτωση φυτοκάλυψης δυσπρόσιτων πρανών, η πιο διαδεδομένη κι αποτελεσματική μέθοδος, αλλά υψηλού κόστους, είναι η υδροσπορά. Η υδροσπορά συνίσταται στην εκτόξευση  υδατικού διαλύματος (μείγμα υδροσποράς) που περιέχει σπόρους, λιπάσματα και  άλλα προϊόντα (συγκολλητικά υλικά, σκευάσματα με μικροοργανισμούς κλπ) στις προς σπορά επιφάνειες. Πραγματοποιείται με τη χρήση αυτοκινούμενου οχήματος  που φέρει βυτίο με αναδευτήρα και μια ισχυρή αντλία ενώ διαφοροποιείται με την υιοθέτηση ποικίλων τεχνικών και παραλλαγών. Στην Ελλάδα, η αποκατάσταση περιβάλλοντος λατομείων κρίνεται ανεπαρκής και οι καθυστερήσεις κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση σημαντικές. Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις μελέτες και τις εργασίες αποκατάστασης λατομείων αδρανών υλικών θα πρέπει να βελτιωθεί, ενσωματώνοντας στις προδιαγραφές μελετών ρεαλιστικό Σχέδιο Αποκατάστασης Λατομικής Δραστηριότητας, αξιόπιστη μέθοδο υπολογισμού κόστους αποκατάστασης, διαδικασία κατάθεσης εγγυητικών επιστολών αποκατάστασης για όλα τα λατομεία, διαδικασία (μερικής ή ολικής) κατάπτωσης εγγυητικών επιστολών, διαδικασία αποκατάστασης μετά την κατάπτωση,  και κυρίως διαδικασία και όργανα τακτικού ελέγχου της προόδου της αποκατάστασης, αλλά και γενικά των επιπτώσεων στο περιβάλλον της λειτουργίας των λατομείων με θεσμοθέτηση δίκαιου τρόπου υπολογισμού των επιβαλλομένων προστίμων. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παγκοσμίως που η αποκατάσταση στοχεύει περαιτέρω σε άλλες χρήσεις υψηλότερης προστιθέμενης αξίας πχ. τουριστικό αξιοθέατο, ξενοδοχείο, βοτανικό κήπο κλπ. κάτι που αναβαθμίζει την ήδη θιχθείσα περιοχή τόσο με οικονομικά όσο και κοινωνικά κριτήρια. 

Ενδεικτικά αναφέρονται τα παραδείγματα: το Αλατωρυχείο Salina Turda στην Τρανσυλβανία της Ρουμανίας,  το αλατωρυχείο στο Hallstatt της Αυστρίας, το λατομείο Αλούλα στην περιοχή Διονύσου Πεντέλης, λατομεία στην περιοχή Songjiang στη Σαγκάη της Κίνας, το λατομείο ασβεστόλιθου Νταλχάλα  στην Σουηδία που αποτελεί πλέον έναν από τους διασημότερους χώρους συναυλιών και θεατρικών παραστάσεων, κ.α. Τέλος, ανεξάρτητα την αποκατάστασή τους ή όχι, τα λατομεία αποτελούν ιδιαίτερους χώρους, με την έννοια του ανθρωπογενούς και ειδικότερα του βιομηχανικού τοπίου, μια μνημειακή οργανική αρχιτεκτονική που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα και παραπέμπει πχ. στις αρχαίες πυραμίδες αλλά και στους σύγχρονους ουρανοξύστες. Για όλα τα εξορυκτικά έργα, πρέπει να υλοποιείται σχέδιο αποκατάστασης το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου ανάπτυξης των εξορυκτικών εργασιών και της λειτουργίας της εκμετάλλευσης. Το σχέδιο προβλέπει σταδιακή και συντονισμένη αποκατάσταση καθώς και την τελική χρήση του εξορυκτικού χώρου, η δε εφαρμογή του πρέπει να παρακολουθείται σε ετήσια βάση από τον φορέα εκμετάλλευσης και τις αρμόδιες αρχές.

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ: ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, Η ΖΩΗ ΚΑΙ Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ


ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ: ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, Η ΖΩΗ ΚΑΙ Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ: Με την ευκαιρία της παρουσίασης του εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία στο Κουρί Ασβεστοχωρίου στην σελίδα μας στο facebook: www.facebook.com/trekking.around.thessaloniki , αποφασίσαμε να σας ξαναπαρουσιάσουμε στο αντίστοιχο blog της σελίδας trekkingaroundthessaloniki.blogspot.com την ανάρτηση που είχαμε κάνει στο blog της ομάδας μας για την πεζοπορία στο ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ pathstomountathos.blogspot.com για τον ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ, τον τόσο γνωστό προφήτη για αυτούς που περπατάμε στα ελληνικά βουνά, αφού σίγουρα θα έχουμε συναντήσει δεκάδες εξωκλήσια που να είναι αφιερωμένα στις κορυφές των βουνών σε αυτών. Πιστεύουμε να σας φανεί ενδιαφέρον......

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019

ΠΕΥΚΟ, ΤΟ ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΟ ΔΕΝΤΡΟ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΓΎΡΩ ΑΠΌ ΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ



Το site μσς, ασχολείτε με την πεζοπορία γύρω από την Θεσσαλονίκη, μία περιοχή με καθαρά μεσογειακή βλάστηση. 

Αυτό σημαίνει ότι το πιο κοινό δέντρο που συναντάμε στις πεζοπορίες μας, είτε πρόκειται για τα μικρά βουνά γύρω από την πόλη, είτε πρόκειται για την ακτογραμμή, είτε πρόκειται για πεδιάδες και χαμηλά υψόμετρα είναι το πεύκο. Σε παλαιότερη ανάρτησή μας είχαμε παρουσιάσει την τραχειά πεύκη, το δέντρο που κυριαρχεί στις αναδασώσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες. Αλλά δεν υπάρχει μόνο αυτό το είδος στην περιοχή γύρω από την Θεσσαλονίκη. Θα συναντήσουμε και πολλά άλλα είδη πεύκου. 

Έτσι αποφασίσαμε να σας κάνουμε μία γενικότερη παρουσίαση για αυτό το δέντρο που δεν υπάρχει περίπτωση να μην το συναντήσουμε δεκάδες φορές στις πεζοπορίες γύρω από την πόλη της Θεσσαλονίκης.

ΠΕΥΚΟ, ΤΟ ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΟ ΔΕΝΤΡΟ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΥΡΩ ΑΠΌ ΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Τα πεύκα είναι γυμνόσπερμα, αειθαλή, ρητινοφόρα κωνοφόρα δένδρα με 90 περίπου είδη ανά τον κόσμο, που ανήκουν στην οικογένεια των Πευκίδων (Pinaceae). 

Ο φλοιός είναι παχύς και αυλακωτός, τα φύλλα βελονοειδή και φύονται κατά σπονδύλους ανά δύο, τρία ή πέντε, παραμένοντας στο πεύκο από 2 μέχρι 17 χρόνια. Στη βάση τους περιβάλλονται από ένα μεμβρανώδη κολεό και το χρώμα τους είναι ανοιχτό ως σκούρο πράσινο. 

Όλα τα βλαστικά μέρη του δέντρου διατρέχονται από αδενικά στοιχεία που έχουν την μορφή αγωγών παράγοντας ρητίνη και αιθέρια έλαια. Στη βάση κάθε μονοετούς βλαστού αναπτύσσονται αρσενικοί και θηλυκοί κώνοι. Είναι τα άνθη του πεύκου γνωστά με την ονομασία κουκουνάρια. Τα πεύκα αποτελούν πρόδρομα είδη στα δασικά οικοσυστήματα κι εγκαθίστανται σε ακραία περιβάλλοντα και σχηματίζουν φυτοκοινωνίες που διαμορφώνουν το περιβάλλον για τα επερχόμενα είδη. 

Π.χ. στην περιοχή της Αττικής τα πευκοδάση διαμορφώνουν το κατάλληλο περιβάλλον για τη φυσική εξέλιξη του οικοσυστήματος που θεωρητικά κυριαρχείται από δρυς (βελανιδιές). Είναι είδη που αγαπούν το φως, είναι ανθεκτικά στην ξηρασία και προτιμούν ασβεστολιθικά εδάφη.

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΔΕΝΤΡΟΥ
 Τα πεύκα είναι αειθαλή, ρετινωδή δέντρα και σπάνια θάμνοι, με ύψος 3 με 80 μέτρα, με την πλειοψηφία των ειδών να έχουν ύψος 15 με 45 μέτρα. 

Τα χαμηλότερα είναι τα είδη Πεύκη η νάνα (Pinus pumila) και Πεύκη η κορυφόβια ή Πεύκη η κορυφήτης (Pinus culminicola), με ύψος μέχρι 3 μέτρα. Σε αντιδιαστολή, το ψηλότερο είναι η Πεύκη η βαριά ή πεύκη η βαρύξυλος (Pinus ponderosa), με ένα άτομο του είδος στο Όρεγκον να έχει ύψος 81,79 μέτρα, ενώ η Πεύκη η λαμπερτιανή μπορεί να ξεπεράσει σε ύψος τα 82 μέτρα. Ο κορμός των περισσότερων ειδών είναι χοντρός και φολιδωτός. Τα κλαδιά μοιάζουν να σχηματίζουν δακτυλίδια στα σημεία που εκφύονται από τον κορμό, αν και σχηματίζουν σφικτές σπείρες. 

Η κόμη του μπορεί να είναι ακανόνιστη, πυραμιδοειδής ή ομπρελοειδής. Αποτελείται από βελόνες χρώματος πράσινου έως σκουροπράσινου ή γλαυκού. Ανθοφορεί την άνοιξη, με τις αρσενικές ταξιανθίες κίτρινου χρώματος να απελευθερώνουν με τον αέρα μεγάλες ποσότητες γύρης. 

Το πεύκο αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες θέσεις φύτευσης, ενώ δεν έχει ιδιαίτερες εδαφικές απαιτήσεις. Θέλει αρκετά μεγάλο ποσοστό εδαφικής υγρασίας, την οποία και εξασφαλίζει με το πολύ βαθύ ριζικό του σύστημα. Έχει εξαιρετική προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες της χώρας μας, με αποτέλεσμα εξαιρετική αντοχή τόσο στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα όσο και στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού.  

Είναι όλα μακρόβια δέντρα, με ηλικία από 100 μέχρι 1.000 έτη ή περισσότερο. Η πιο μακρόβια είναι η Πεύκη η μακραίωνη (Pinus longaeva), καθώς ένα δέντρο αυτού του είδος έχει μετρηθεί ότι έχει ζήσει 4.600 χρόνια, ο γηραιότερος ζων οργανισμός στη Γη. Δυστύχως, ένα δέντρο ηλικίας 4.900 ετών του ίδιου είδους κόπηκε. Η αναπαραγωγή των πεύκων γίνεται μέσω των κώνων τους. Στους αρσενικούς κώνους υπάρχουν πολλοί μικροί «σάκοι» που φέρουν γύρη. Στους θηλυκούς κώνους βρίσκονται διατεταγμένα «λέπια» (τροποποιημένα φύλλα). Κατά την Άνοιξη οι γυρεόσακοι ανοίγουν και με τον άνεμο σκορπούν τη γύρη. Τα λέπια στους θηλυκούς κώνους ανοίγουν, δέχονται τη γύρη και κλείνουν. Η γονιμοποίηση γίνεται την επόμενη Άνοιξη.

ΤΟ ΠΕΥΚΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Τα είδη πεύκων που συναντάμε στη χώρα μας είναι το δασικό πεύκο (Pinus sylvestris), το θαλάσσιο ή κοινό πεύκο (P. Maritime, P. pinaster), το κανάριο πεύκο (P. canariensis), η μαύρη πεύκη (P. nigra), η τραχεία πεύκη ή πεύκο Θάσου (P. brutia), η χαλέπειος πεύκη (P. halepensis) καθώς και οι νάνα ποικιλίες (P. sylvestris “Nano”, P. mugo). Στην Ελλάδα βρίσκουμε 7 είδη πεύκου που είναι αυτοφυή:
  1. Το κοινό πεύκο (επιστ. Χαλέπιος πεύκη - Pinus halepensis), γνωστό με την ονομασία Χαλέπιος Πεύκη. Βρίσκεται στη Στερεά Ελλάδα, Εύβοια, στα Νησιά του Αιγαίου, στη Χαλκιδική, στα νησιά του Ιονίου, σχηματίζοντας δάση. Αναπτύσσεται σε χαμηλό υψόμετρο, μέχρι 1000 μέτρα. Προτιμά τις ξερές και ζεστές περιοχές και τα ασβεστολιθικά εδάφη που δεν συγκρατούν υγρασία. Από το δέντρο αυτό συλλέγεται το ρετσίνι , που προστίθεται στο κρασί για τη δημιουργία της γνωστής ρετσίνας. Το ξύλο του είναι μέτριας ποιότητας. Ο βλαστός του χρησιμοποιείται στη βυρσοδεψία.
  2. Το Θασίτικο πεύκο ή Τραχεία πεύκη (επιστ. Pinus brutia),που μοιάζει με το κοινό, έχει μεγαλύτερο όγκο και ύψος από αυτό, σκληρές και χοντρές βελόνες. Υπάρχει στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, τη Χαλκιδική, τη Θράκη, τη Θάσο, την Κρήτη και τη Μικρά Ασία.
  3. Το μαυρόπευκο (επιστ. Μαύρη πεύκη - Pinus nigra ), ψηλό δέντρο που φτάνει σε ύψος και τα 45 μέτρα. Τα κουκουνάρια του είναι μικρά και οι βελόνες του μετρίου μεγέθους. Βρίσκεται σε δάση στην οροσειρά της Πίνδου, στα βουνά της Μακεδονίας, ενώ λίγα υπάρχουν και στα βουνά της Κρήτης και της Λέσβου. Το ξύλο του έχει ερυθρωπό χρώμα εσωτερικά, είναι καλής ποιότητας, χρησιμοποιείται στις οικοδομές, στη ναυπηγική και σαν στύλος στήριξης καλωδίων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος.
  4. Το δασόπευκολιάχα ή Δασική πεύκη( επιστ. Πεύκη η αγρία - Pinus sylvestris), με κιτρινοκόκκινο φλοιό, μεγάλο ύψος που φτάνει και τα 50 μέτρα. Τα κουκουνάρια του είναι μικρά και ωοειδή, χρώματος γκριζοκάστανου. Ο κορμός του ίσιος με μεγάλες ρωγμές. Βρίσκεται σε μερικά όρη της βορείου Ελλάδας και όταν είναι γέρικο γυμνώνεται αφήνοντας μία τούφα στη κορυφή του. Το ξύλο του είναι γνωστό με την ονομασία κόκκινη ξυλεία, ερυθρωπό εσωτερικά και σκληρό, και χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για τη παρασκευή ξυλοπολτού για χαρτί, στις οικοδομικές κατασκευές και στη ναυπηγική.
  5. Το Μακεδονίτικο, πενταβέλονο ή Βαλκανικό πεύκο (επιστ. Pinus peuce - Πεύκη η πεύκη). Φυτρώνει σε υψόμετρο από 600 μέχρι 2.300 μέτρα, φτάνοντας συχνά στην αλπική ζώνη. Τα ώριμα δέντρα έχουν ύψος 35-40 μέτρα και διάμετρο κορμού 1,5 μέτρο, απαντάται στην οροσειρά της Ροδόπης και στον Βόρα, αλλά κυρίως φύεται στην Αλβανία και Βουλγαρία.
  6. Η Κουκουναριά ή ήμερο πεύκο( επιστ. Pinus pinea - Πεύκη η πίτυς), είναι πυκνό, ψηλό και σχηματίζει "ομπρέλα". Τα κουκουνάρια του είναι μεγάλα, με μεγάλα σκληρά σπόρια. Φύεται σε παραθαλάσσιες ή πεδινές περιοχές, κυρίως στις Σποράδες αλλά και στη Χαλκιδική, Στερεά και Πελοπόννησο. Απαντά επίσης στις περισσότερες περιοχές της Μεσογείου. Το ξύλο του χρησιμοποιείται σαν στρογγυλή ξυλεία και παραγωγή σανιδωμάτων (παρκέ). Τα σπόρια του , γνωστά και αυτά με την ονομασία κουκουνάρια, χρησιμοποιούνται στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική.
  7. Τέλος το ρόμπολο ή πεύκο του Χέλντραϊχ (επιστ. Pinus heldreichii). Ονομάσθηκε προς τιμήν του Τέοντορ Χέρμαν φον Χέλντραιχ, με σταχτίλευκο φλοιό, ενώ οι βελόνες του σχηματίζουν τούφες στις άκρες των κλαδιών. Ο κορμός είναι χοντρός και ίσιος, το ίδιο και τα κλαδιά. Βρίσκεται σε πετρώδη και ορεινά εδάφη στη Βόρεια Ελλάδα. Εξαιτίας του αρωματικού του ξύλου είναι ιδανικό για την κατασκευή βαρελιών. Χρησιμοποιείται επίσης στην κατασκευή διαφόρων εργαλείων γιατί δεν σαπίζει.


ΒΑΜΒΑΚΙΑΣΗ, Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥ ΠΕΥΚΟΥ
Τα τελευταία χρόνια τα πεύκα στις αστικές και περιαστικές περιοχές της Ελλάδας απειλούνται από τη βαμβακίαση, ασθένεια που προκαλείται από το κοκκοειδες έντομο Μarchalina hellenica (Monophlebus hellenicus) ελλ.μαρσαλίνα, που ζει στο φλοιό τους παρασιτικά και παράγει μελιτώδεις εκκρίσεις. Οι εκκρίσεις αυτές συλλέγονται από τις μέλισσες προκειμένου να φτιάξουν πευκόμελο που αποτελεί και 60% της συνολικής παραγωγής μελιού στην Ελλάδα. Οι νεκρώσεις παρατηρούνται σε άτομα πεύκης με επιβαρυμένη φυτοϋγειονομική κατάσταση, με περιορισμένο ζωτικό υπέργειο και υπόγειο χώρο. Ενδεικτικά αναφέρεται πως σε φυσικά δάση χαλεπίου πεύκης τα οποία εκμεταλλεύονται μελισσοκομικά δεκάδες χρόνια, οι βλάβες από το Μarchalina hellenica είναι αμελητέες και ουδέποτε υπήρξε ένδειξη επιδημίας.

Αντίθετα στις περιοχές όπου η ανθρώπινη δραστηριότητα "πιέζει" το βιολογικό χώρο του πεύκου, και σε συνδυασμό με την απροθυμία των ανθρώπων να φροντίσουν τους οργανισμούς αυτούς (κλάδεμα, καθαρισμός, προστασία ριζικού συστήματος) φαίνεται πως οι ζημιές είναι σημαντικές. 

Η επιδημία αυτή ξεκίνησε το 2000, όταν το Υπουργείο Γεωργίας της Ελλάδας αποφάσισε τον εμβολιασμό των πεύκων με μαρσαλίνα σε μαζική κλίμακα, προκειμένου να γίνουν μελιτοφόρα και να αυξηθεί η παραγωγή πευκόμελου. Σήμερα γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η κατάσταση με χημική καταπολέμηση.

ΦΡΑΓΜΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΛΙΜΝΗ ΤΡΙΑΔΙΟΥ



Τι είναι αυτό που μας εντυπωσιάζει περισσότερο αγναντεύοντας γύρω από την κορυφή Λάναρι? Η ύπαρξη στους πρόποδες του μία μικρής αλλά εντυπωσιακής λίμνης που δίνει μία άλλη ομορφιά στην περιοχή. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για τεχνική λίμνη που βρίσκεται λίγο έξω από τον οικισμό του Τριαδίου από τον οποίο έχει πάρει και το όνομα της, «τεχνική λίμνη Τριαδίου». Είναι ένας μικρός υδάτινος παράδεισος, που δίνει μία ξεχωριστή νότα στην περιοχή και σίγουρα αξίζει να την επισκεφθείτε. Εμείς αρχικά την γνωρίσαμε στην διαδρομή οικισμός Τριαδίου-κορυφή Λάναρι. Επειδή θα την συναντήσουμε και πολλές φορές στο μέλλον σκεφθήκαμε στο blog μας που ασχολείται με την πεζοπορία γύρω από την Θεσσαλονίκη, το trekkingaroundthessaloniki.blogspot.com να ψάξουμε ότι πληροφορίες μπορούμε να βρούμε για αυτήν από πλευράς ιστορίας αλλά και κατασκευής. Ψάχνοντας για αυτήν καταλάβαμε ότι θα έπρεπε παράλληλα να αναψητήσουμε πληροφορίες και για το τεχνικό έργο στο οποίο οφείλει την δημιουργία της, δηλαδή στο φράγμα Τριαδίου.  Στην βιβλιογραφία δεν μπορέσαμε να βρούμε τίποτα και για τα δύο, δηλαδή φράγμα και λίμνη,  μόνο κάποιες λίγες πληροφορίες στο διαδίκτυο που σας τις παρουσιάζουμε.

ΤΕΧΝΙΚΗ ΛΙΜΝΗ ΤΡΙΑΔΙΟΥ, ΦΡΑΓΜΑ ΤΡΙΑΔΙΟΥ
Το φράγµα και ο ταµιευτήρας Τριαδίου και τα συναφή υδροτεχνικά τους έργα δηλαδή ο  υπερχειλιστής και ο αγωγός προσαγωγής έχουν κατασκευασθεί περίπου το 1997 από τον ∆ήµο Θέρµης. Ο σκοπός την λειτουργίας τους είναι πολλαπλός και πιο συγκεκριμένα για την κάλυψη υδρευτικών και αρδευτικών αναγκών του ∆ήµου, ρύθµιση και διατήρηση της βασικής ροής στην κοίτη του χειµάρρου ολόκληρο το χρόνο και περιβαλλοντική της συντήρηση, ο εµπλουτισµός των υπόγειων υδροφορέων που βρίσκονται κάτω από το φράγµα και η δημιουργία χώρου αναψυχήσ. Τον Ιουνίου του 2007, συνέβει αστοχία του φράγµατος Τριαδίου το οποίο και επιδιορθώθηκε αμέσως.

ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΦΡΑΓΜΑΤΟΣ
Το φράγµα Τριαδίου κατασκευάστηκε το 1997 από τον ∆ήµο Θέρµης στην θέση Παλιά Λατοµεία (Ισενλή) του χειµάρρου Τριαδίου, χωρίς συγκεκριµένη Οριστική τεχνική µελέτη και χωρίς τήρηση αυστηρών τεχνικών προδιαγραφών κατασκευής σε ότι αφορά στην συµπύκνωση του σώµατος του φράγµατος. Βέβαια, της κατασκευής του φράγµατος προηγήθηκε η εκπόνηση και η έγκριση µελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και διασφαλίσθηκε η αντίστοιχη αδειοδότηση του έργου. Τα γεωµετρικά στοιχεία του φράγµατος είναι:
  • Μήκος στέψης φράγµατος της τάξης των 160µέτρων.
  • Ύψος φράγµατος περίπου 36,5µέτρων.
  • Μέγιστο πλάτος σώµατος φράγµατος στην θεµελίωση της τάξης των 150µέτρων.
  • Το υψόµετρο, στην στέψη του φράγµατος είναι 244,50 µέτρα.
  • Το υψόμετρο στον κατάντη πόδα του φράγµατος είναι 208,0 µέτρα.
  • Ο ωφέλιµος όγκος του ταµιευτήρα είναι 250.000 κυβικά μέτρα.
  • Η επιφάνειά του στην ανώτατη στάθµη της λίµνης είναι 18.000 τ.µ.


Για την αντιµετώπιση της παροχής πληµµύρας έχει κατασκευαθεί υπερχειλιστής, τύπου ανοικτής διώρυγας, ορθογωνικής διατοµής και είναι ανεπένδυτος. Στο ανάντη πρανές του φράγµατος έχει κατασκευαστεί λιθορριπή προστασίας έναντι του κυµατισµού της λίµνης µε ογκολίθους χωρίς τήρηση τεχνικών προδιαγραφών κατασκευής της. Το 2003, η στάθµη του ταµιευτήρα έφθασε µέχρι το υψόµετρο 240,55µ. (19-06-2003), το 2004 µέχρι το υψόµετρο 241,04µ. (10-04-2004), ενώ το 2007 πλησίασε αρκετά την Ανώτατη στάθµη της λίµνης µέσα στον Ιούνιο.

Η διατοµή του φράγµατος είναι οµοιογενής, µε κλίσεις πρανών σώµατος του φράγµατος, ανάντη 1:1,6 (ή πιθανόν και λίγο ηπιότερη) και κατάντη 1:2,15 αντίστοιχα. Το φράγµα έχει κατασκευασθεί από εδαφικό υλικό κυρίως αργιλικού χαρακτήρα, που προέρχεται από χωµατουργικές εργασίες της περιοχής, τις εκσκαφές θεµελιώσεων των οικοδοµών των οικισµών της Θέρµης και του Τριαδίου και σε ένα µέρος από τις εκσκαφές διαµόρφωσης της λεκάνης του ταµιευτήρα. Ειδικότερα, τα υλικά κατασκευής του φράγµατος, γεωλογικά, προέρχονται κυρίως από αποσαθρωµένους και υγιείς σχηµατισµούς των καστανών, υπερστερεοποιηµένων αργίλων και αργιλολίθων της περιοχής της Θέρµης και της ευρύτερης περιοχής, που σε αναµοχλευµένη κατάσταση περιέχουν πολύ πλαστικά αργιλικά ορυκτά. Επιπρόσθετα των παραπάνω αναφερθέντων σηµειώνεται, ότι έχουν χρησιµοποιηθεί και τυχαία υλικά παντός είδους (διάφορα µπάζα και τεχνογενή αδρανή υλικά απόρριψης), αλλά σε σηµαντικά µικρότερη ποσότητα και κυρίως σε θέσεις πέραν και έξω των τελικών γραµµών του επιχώµατος του φράγµατος στην κατάντη παρειά του. Γεωλογικά, η θεµελίωση του φράγµατος έγινε σε υγιείς οφιολιθικούς σχηµατισµούς (περιδοτίτες, διαβάσες και γάββρους), χωρίς την εφαρµογή ειδικών απαιτήσεων από κατασκευαστική άποψη. Το σώµα του φράγµατος εγκάρσια και σχεδόν στο κεντρικό του χαµηλό σηµείο, διατρέχει ο χαλύβδινος αγωγός προσαγωγής του έργου διαµέτρου Φ600, που κατά πληροφορίες είναι εγκιβωτισµένος σε σκυρόδεµα. Στην γύρω περιοχή από την λίμνη από το 2012 έχουν γίνει εκτεταμένες αναδασώσεις με 30000 περίπου νεαρά δέντρα.