Πέμπτη 26 Μαρτίου 2020

ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ, ΤΟ ΙΕΡΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ



Περπατώντας όχι μόνο στην ύπαιθρο γύρω από την Θεσσαλονίκη, αλλά και γενικότερα στον Ελλαδικό χώρο και σε όχι μεγάλα υψόμετρα σίγουρα ένα από τα πιο κοινά και συχνά δέντρα που θα έχουμε παρατηρήσει είναι αυτό της ΒΕΛΑΝΙΔΙΑΣ. 

Με εκείνα τα περίεργα φύλλα πολλές φορές στις πεζοπορίες μας θα το έχουμε προσπεράσει αδιάφορα χωρίς κανένας μας να γνωρίζει την σπουδαιότητα που είχε στους αρχαίους προγόνους μας. Ποιος από εμάς περπατώντας ανάμεσα στις βελανιδιές κάποιου ελληνικού βουνού τις έχει συνδυάσει με εκείνα τα αριστουργήματα που ανακάλυψε ο Μανώλης Ανδρόνικος στην Βεργίνα, μιλάμε για τα χρυσά στεφάνια στον τάφο του Φιλίππου που ήταν φύλλα βελανιδιάς. Γιατί? 

Διότι η βελανιδιά ήταν το ιερό δέντρο της αρχαίας Ελλάδας και νομίζουμε σήμερα αξίζει τον κόπο σε αυτό το δέντρο να του αφιερώσουμε μία ξεχωριστή ανάρτηση ψάχνοντας οποιαδήποτε πληροφορία για την Δρυς είτε στο διαδίκτυο είτε σε βιβλία. Ας δούμε τι μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε για αυτό το πανέμορφο δέντρο.
ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ
Η βελανιδιά, γνωστή και ως άρια ή δρυς, είναι αειθαλές υπεραιωνόβιο δέντρο μέτριου ρυθμού ανάπτυξης. 

Το μέγιστο ύψος του μπορεί να φτάσει ακόμα και τα εικοσιπέντε μέτρα, ενώ η διάμετρος του τα δεκαπέντε μέτρα. Έχει πολύ πλούσιο φύλλωμα από δερματώτη, λοβωτά, στιλπνά φύλλα με ακανθώδεις ακμές. Το χρώμα των φύλλων του είναι σκούρο πράσινο. Το νέο φύλλωμα όταν εκπτύσσεται είναι καλυμένο από γκριζωπό χνούδι, το οποίο με τον καιρό πέφτει από την άνω επιφάνεια του φύλλου και διατηρείται μόνο στην κάτω επιφάνεια.

Ανθοφορεί στα τέλη της άνοιξης. Έχει πλούσια ανθοφορία από μονογενή άνθη τα οποία συνυπάρχουν στο ίδιο άτομο. Τα θηλυκά άνθη είναι πράσινου χρώματος ενώ τα αρσενικά είναι κίτρινα και κρέμονται σε ταξιανθίες. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού ωριμάζουν και οι καρποί της βελανιδιάς. Από ανοιχτοπράσινοι γίνονται σκούροι πράσινοι καθώς ωριμάζουν, αποκτώντας τελικά μια καφετιά απόχρωση λίγο πριν πέσουν. Η βελανιδιά δεν χρειάζεται ιδιαίτερες φροντίδες. Ευδοκιμεί σε ήλιο ή ημισκιά, σε κάθε τύπο εδάφους με καλή στράγγιση. Δεν χρειάζεται ποτίσματα ή λιπάνσεις, ενώ επιδέχεται πολύ αυστηρά κλαδέματα. Παρουσιάζει καλή αντοχή στο ψύχος, στην ξηρασία και στις παραθαλάσσιες φυτεύσεις. 

Η βελανιδιά ή βαλανιδιά με επιστημονική ονομασία Δρυς στα ελληνικά και στα λατινικά Quercus είναι γένος φυτών της οικογένειας των Φηγοειδών με 531 αυτοφυή είδη του βόρειου ημισφαίριου της γης . Είναι το κατ΄ εξοχήν δένδρο των δρυμών. Είναι δέντρα ψηλά, αιωνόβια που βρίσκονται είτε σε πεδινές είτε σε ορεινές περιοχές. 

Ο καρπός της βελανιδιάς είναι το βαλανίδι (από το βάλανος), χρήσιμο για ζωοτροφές και στη βυρσοδεψία. Το ξύλο όλων των ειδών της βελανιδιάς είναι βαρύ, σκληρό και δεν σαπίζει εύκολα. 

Χρησιμοποιείται στην οικοδομική, ναυπηγική, επιπλοποιία, στην κατασκευή σανίδων, δοκαριών και παρασκευάζονται από αυτό ξυλάνθρακες πολύ καλής ποιότητας. Το ξύλο της είναι σχετικά ακριβό και χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία. Είναι πυκνό και το χρώμα του κυμαίνεται μεταξύ σκούρου και ανοιχτού. Στην κατασκευή κτιρίων χρησιμοποιείται στην ξυλοδεσιά. 

Εξαιτίας του αρωματικού της ξύλου, είναι ιδανική για την κατασκευή βαρελιών στην ποτοποιΐα. Από ένα είδος βελανιδιάς, το φελλόδεντρο με λατινική ονομασία Querqus suber, εξάγεται από το εξωτερικό μέρος του κορμού του φυτού ο φελλός, υλικό το οποίο έχει πολλές εφαρμογές χάρη στις ιδιότητές του. Χρησιμοποιείται από αρχαίους χρόνους στην οικοδομική την ναυπηγική και την επιπλοποιία. Ο δε καρπός της βελανιδιάς -το βελανίδι- είναι χρήσιμο για ζωοτροφές και στη βυρσοδεψία. Το καυσόξυλο δρυ συγκαταλέγεται μέσα στα κύρια στερεά καύσιμα για την θέρμανση κατοικιών, είτε σαν καυσόξυλα δρυ ή στη μορφή «πέλετ».

ΕΙΔΗ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑΣ
Τα κυριότερα είδη που βρίσκονται στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι:
ΗΡΕΜΗ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ ή  ΒΑΛΑΝΙΔΙΑ
Η ήμερη βαλανιδιά ή βαλανιδιά  με λατινική ονομασία Quercus ithaburensis subsp. macrolepis. Φτάνει τα 30 μέτρα σε ύψος και ευδοκιμεί σε θερμό και ξηρό περιβάλλον. Βρίσκεται στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου σε πεδινές περιοχές, καθώς και στους πρόποδες των βουνών. Τα φύλλα της είναι δερματώδη, ωοειδή με οξείες παρυφές, χνουδωτά. Ο καρπός της είναι σκληρό κάρυο κυπελλοφόρο και μονόσπερμο. Το κύπελλο του καρπού φέρει πυκνά αγκαθωτά λέπια. Πάντως υπάρχουν και άκαρπα δέντρα και αυτό αποδίδεται στην κακή ανθοφορία. Το ξύλο της είναι βαρύ και πολύ σκληρό. Στην Ελλάδα βρίσκεται στις Κυκλάδες, βόρειες Σποράδες, Αττική, Ρόδο, Κρήτη, Θεσσαλία και Βοιωτία. Από τα κύπελλα των καρπών βγαίνει εκχύλισμα που είναι χρήσιμο στη βαφική και τη βυρσοδεψία.
ΔΡΥΣ Η ΠΟΔΙΣΚΟΦΟΡΟΣ
Η δρυς η ποδισκοφόρος με λατινική ονομασία Quercus robur. Φτάνει σε ύψος τα 25 μέτρα και σχηματίζει μεγάλα δάση στις περιοχές της Βορείου και Κεντρικής Ευρώπης Ο κορμός της έχει χρώμα γκριζωπό ή σκούρο γκρίζο και ο φλοιός βαθιές ρωγμές. Τα φύλλα της αναπτύσσονται μαζί με τα άνθη και είναι ενωμένα, λεία και έχουν ακανόνιστους λοβούς. Τα βαλανίδια έχουν χαρακτηριστικό μακρύ ποδίσκο. Στην Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλές ορεινές περιοχές και σε υψόμετρο από 800-1000 μέτρα. Είναι γνωστή και με τις ονομασίες ρουπάκι, ρένια και ροτούκι.
ΔΡΥΣ Η ΑΠΟΔΙΣΚΗ
Η δρυς η απόδισκη με ελληνική επιστημονική ονομασία δρυς η πετραία και με λατινική ονομασία Quercus petraea, κοινός «δέντρος». Διαφέρει από την ποδισκοφόρο στο ότι τα βαλανίδια της δεν έχουν ποδίσκο.
ΔΡΥΣ Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ
Δρυς η Μακεδονική με ελληνική επιστημονική ονομασία δρυς η τρωική και λατινική ονομασία  Quercus trojana). Φτάνει σε ύψος τα 20 μέτρα και βρίσκεται στις περιοχές των Βαλκανίων. Στην Ελλάδα βρίσκεται με μεμονωμένα δέντρα σε δασικές περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
ΔΡΥΣ Η ΚΗΡΡΙΣ
Η δρυς η κηρρίς με λατινική ονομασία Quercus cerris, κοινός «τσέρος». Συγγενικό είδος με τα προηγούμενα. Βρίσκεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα είναι αναμεμειγμένη με άλλα δέντρα. Γνωστή και με τις ονομασίες «τσέρο» και «ρουπάκι». Ο φλοιός της έχει βαθιές, ευθύγραμμες ρωγμές και τα βελανίδια της είναι μεγάλα, μακριά με κύπελλο που φέρει πολλά λέπια. Το είδος αυτό το αναφέρει και ο Θεόφραστος με το όνομα Αλοίφιος, ή Ασπρίς.
ΛΑΤΖΙΑ
Η λατζιά με ελληνική επιστημονική ονομασία δρυς η κληθρόφυλλη,και  λατινική ονομασία Quercus alnifolia, είναι θαμνώδες αειθαλές ενδημικό είδος της Κύπρου.
ΠΟΥΡΝΑΡΙ
Το πουρνάρι, ή πιρνάρι, ή πρίνος με ελληνική επιστημονική ονομασία δρυς η κοκκοφόρος και  λατινική ονομασία Quercus coccifera. Θαμνώδης, αείφυλλος, σκληρόφυλλος θάμνος με ευρεία εξάπλωση στην περιοχή της Μεσογείου. Σημαντικότερη ποικιλία αυτού είναι ο «χαμόπρινος» της οποίας το μεν ξύλο χρησιμοποιείται στη παραγωγή κάρβουνου, οι δε νεαροί βλαστοί του ως τροφή αιγοπροβάτων. Επίσης ο φλοιός της ρίζας του είναι βυρσοδεψικός, ενώ το σπέρμα του είναι βαφικό. Πιο συγκεκριμένα βαφικό δεν είναι το σπέρμα του βελανίδι, αλλά οι πορφυροί κόκκοι που σχηματίζονται στα φύλλα των νέων βλαστών , όταν εναποθέτει σ'αυτά τα αυγά του καποιο έντομο, και ακολούθως μετασχηματίζονται σε κόκκινους κόκκους, εξ ού και το όνομα κοκκοφόρος- coccifera. Είναι φαινόμενο σχετικό με τις κικκίδες, που σχηματίζονται στα φύλλα άλλων δρυών γνωστό ως «πρινοκόκι». Άλλες ονομασίες αυτού του είδους είναι: κατσόπρινος, κατσιδοπίρναρο κ.ά.
ΔΡΥΣ Η ΒΑΦΙΚΗ
Η δρυς η βαφική με λατινική ονομασία Quercus infectoria, ημιφυλλοβόλο δέντρο με εξάπλωση από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι το ΝΔ Ιράν.
ΠΛΑΤΥΦΥΛΛΗ ΔΡΥΣ
Η πλατύφυλλη δρυς ή μεσές με λατινική ονομασία Quercus frainetto, έχει μέσο μέγεθος βελανιδιού. Απαντάται στη Βαλκανική, στην Ιταλία, στην Ουγγαρία και στη Βορειοδυτική Τουρκία.
ΧΝΟΩΔΗΣ ΔΡΥΣ
Η χνοώδης δρυς με λατινική ονομασία Quercus pubescens. Είναι κοινό είδος σε όλη την Ελλάδα.
ΒΑΦΙΚΗ ΔΡΥΣ
Η βαφική δρυς με λατινική ονομασία Quercus infectoria. Το είδος απαντάται, στην Ελλάδα, μόνο στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.
ΑΡΙΑ
Η αριά με λατινική ονομασία  Quercus ilex, αείφυλλο είδος με δερματώδη φύλλα.
QUERCUS AUCHERI
Η Quercus aucheri, που απαντάται, στην Ελλάδα, μόνο στα νησιά του νοτιοανατολικού Αιγαίου.

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ
Η Βαλανίς ή Βάλανος, θεωρούνταν η Νύμφη του δέντρου της βελανιδιάς και μία από τις Αμαδρυάδες νύμφες, κόρες του Όξυλου που ήταν πνεύμα του δάσους και της Αμαδρυάδας. Η βελανιδιά αποτελούσε το ιερό δένδρο του Διός. Για το λόγο αυτό θεωρούνταν ιερό στην αρχαία Μακεδονία και μάλιστα πολλά χρυσά στεφάνια που έχουν βρεθεί και χρησιμοποιούνταν σε τελετές και ως ταφικά κτερίσματα, ήταν στεφάνια βελανιδιάς, με κορυφαίο το στεφάνι βελανιδιάς του Βασιλιά Φιλίππου Β' της Μακεδονίας, που βρέθηκε στον βασιλικό τύμβο των Αιγών, στη σημερινή Βεργίνα. Επίσης η μαντική δρυς θεωρούνταν πως αποτελούσε την κατοικία του Δία στη Δωδώνη. Λόγω της μεγάλης ζωής των αιωνόβιων αυτών δένδρων (μια υγιής βελανιδιά φτάνει μέχρι και τα 1000 χρόνια!), αλλά και λόγω της χρησιμότητας οι λαοί τίμησαν και δόξασαν το δένδρο αυτό στους μύθους και τις θρησκείες τους αφιερώνοντας την δρυ στον κύριο θεό τους. Στην ελληνική μυθολογία οι δρύες αναφέρονται πολύ συχνά. Η βελανιδιά ήταν το ιερό δένδρο των αρχαίων Ελλήνων. 

Το ιερό δένδρο της Γαίας και αργότερα του παντοδύναμου Δία. Η δρυς ήταν δένδρο αφιερωμένο στο θεό του κεραυνού γιατί από παλιά είναι γνωστή η αντοχή του δέντρου στον κεραυνό και ακόμα ίσως η έλξη του. Η δρυς ήταν το ιερό προφητικό δένδρο του Μαντείου της Δωδώνης, του Δωδωνιαίου Δία, του αρχαιότερου μαντείου στον κόσμο. Σχετικά με την ίδρυση του μαντείου της Δωδώνης ο Hρόδοτος (Iστορ. B, 54-57) αναφέρει ότι δύο ιέρειες των Θηβών της Αιγύπτου πουλήθηκαν δούλες, η μια στους Λιβύους και η άλλη στους Θεσπρωτούς. H πρώτη ίδρυσε το μαντείο του Άμμωνος Διός στην όαση Σίουα, η δεύτερη έκτισε, κάτω από μια βελανιδιά που φύτρωσε μόνη της, ένα ιερό του Διός στη Δωδώνη. Αργότερα, αφού έμαθε καλά ελληνικά, έκτισε εκεί και το μαντείο. Kαι να πώς ερμηνεύει την τοπική παράδοση για τη μαύρη περιστερά που λαλούσε ανθρώπινα: η περιστερά δεν είναι άλλη από την Αιγυπτία, που αρχικά μιλούσε «βαρβαρικά», κάτι ακατάληπτο που έμοιαζε με γλώσσα πουλιών, και αργότερα μίλησε «ανθρώπινα», δηλαδή ελληνικά. Οι χρησμοί δίνονταν με την ερμηνεία του θροΐσματος των φύλλων της βελανιδιάς, του κελαρύσματος του νερού στης ιεράς Ναϊου Πηγής, των κρωγμών των ιερών περιστεριών που φώλιαζαν στην Φηγό (βελανιδιά). Γύρω από την Δωδωνιαία δρυ λέγεται ότι οι οι ιερείς του εκτελούσαν το τελετουργικό τους γυμνόποδες, φορώντας μάλλινα, λευκά παντελόνια, σαν σκελέες και γίδινο γιλέκο. Σύμφωνα με το μύθο, από την Ιερά Φηγό του Μαντείου της Δωδώνης που είχε την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον, πήρε η θεά Αθηνά το κομμάτι ξύλου που έβαλε στην πλώρη της Αργούς κατά την Αργοναυτική εκστρατεία. 
Δεν είναι τυχαίο ότι ετυμολογικά η λατινική και επιστημονική ονομασία της δρυός, που είναι quercus, σημαίνει ότι από αυτό το δέντρο οι θεοί μπορούν να απαντούν ερωτήσεις (quaere στα λατινικά, queries στα αγγλικά) για το μέλλον. Οι Δρυάδες και οι Αμαδρυάδες ήταν νύμφες του δάσους . Αυτά τα θηλυκά πνεύματα της φύσης πιστεύονταν ότι κατοικούσαν σε δένδρα και δάση και ιδιαίτερα σε βελανιδιές. 

Πολλές ιστορίες και μύθοι για τα πλάσματα αυτά συναντάμε στην ελληνική λαογραφία. Οι άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι οι Αμαδρυάδες πέθαιναν ταυτόχρονα με τα δένδρα και τις θεωρούσαν όντα που μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλο μεσάζοντα ανάμεσα στους θεούς. Σε ορισμένες μυθικές παραδόσεις διατηρήθηκε η ανάμνησις Αμαδρυάδων που είχαν παρακαλέσει κάποιον ήρωα για να σώσει το δένδρο τους ή μνημονεύεται η τιμωρία που έπληξε τους ανθρώπους οι οποίοι είχαν κόψει ένα δένδρο, περιφρονώντας τις παρακλήσεις της Νύμφης. 

Τέτοιοι μύθοι είναι του Ροίκου, του Οξύλου και της Δρυόπης. Ο Ροίκος είναι ο ήρωας μιας ερωτικής περιπέτειας με τις Αμαδρυάδες. Υπήρχε μια δρυς, τόσο γέρικη, λέγει ο μύθος, που ήταν έτοιμη να πέσει. Ο Κένταυρος Ροίκος έβαλε τους δούλους του να την στηρίξουν με πασσάλους και να την φροντίσουν. Μ’ αυτή την ενέργεια ο Ροίκος έσωσε την ζωή των Αμαδρυάδων, που η ύπαρξή τους ήταν συνδεδεμένη με την ύπαρξη της βελανιδιάς. 

Για να τον ευχαριστήσουν οι Νύμφες, του πρόσφεραν την αμοιβή που θα ζητούσε. Εκείνος εζήτησε την αγάπη τους και εκείνες δέχθηκαν. Του επέστησαν όμως την προσοχή ότι δεν θα δέχονταν καμμία απιστία από την πλευρά του. Σύνδεσμος ανάμεσά τους ορίσθηκε μία μέλισσα που θα έκανε χρέη αγγελιαφόρου. Μια ημέρα λοιπόν η μέλισσα πήγε να συναντήσει τον Ροίκο για να του μεταφέρη το μήνυμα των Νυμφών. Ο Ροίκος όμως, την στιγμή που τον ευρήκε η μέλισσα, έπαιζε πεσσούς. Απασχολημένος με το παιγνίδι την δέχθηκε πολύ άσχημα. Η μέλισσα τον ετσίμπησε στα μάτια και ο Ροίκος τυφλώθηκε. Η βελανιδιά υπήρξε επίσης το ιερό δένδρο των ελληνικών βασιλικών οίκων της Μακεδονίας, ιστορικά και αρχαιολογικά αποδεδειγμένο αυτό με το πλήθος ευρημάτων τα οποία βρέθηκαν στους βασιλικούς μακεδονικούς τάφους. Τα φύλλα της αποτέλεσαν τις διακοσμήσεις χρυσών στεφάνων και ιδίως του χρυσού στεφανιού του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄. Εξάλλου η λέξη δρυίδης (Druid), όπως και η λέξη Δρυιδισμός, δηλαδή το μυστικιστικό τάγμα ιερωμένων της κέλτικης θρησκείας, .προέρχονται από την λέξη δρυ. 

Κατ’ άλλους προέρχεται από την σανσκριτική λέξη druma = βελανιδιά (δρυς), το ιερότερο δέντρο των Δρυίδων ή dru = δέντρο. Η Γαλλική λέξη druiah σημαίνει “σοφός άνθρωπος”. Τέλος η λέξη μπορεί να προέρχεται από τα «dru» και «vid» που σημαίνουν αυτόν που βλέπει καλά, τον οξυδερκή ή μεταφορικά το μάγο. Κατά την Ιρλανδική παράδοση «druid» σημαίνει μάγος. Για του Πέρσες το πνεύμα της νύχτας ή του σκότους ονομάζεται Druh. Στα Ουαλικά, drud σημαίνει “αυτός που εξαγνίζει”. Γενικά Δρυίδης στην Κέλτικη παράδοση σήμαινε “ο σοφός των δέντρων” ή και “σοφός της Βελανιδιάς”. Οι διδασκαλίες των Δρυίδων μοιάζουν πολύ με αυτές του Πυθαγόρα. Δίδασκαν την ύπαρξη μιας μελλοντικής κατάστασης ανταμοιβών και τιμωρίας, την αθανασία της ψυχής και την μετενσάρκωση. 

Οι Δρυΐδες κατά τον εορτασμό του νέου έτους στόλιζαν βελανιδιά. Όλος ο κόσμος ερχόταν στο δάσος και ο αρχιερέας ανέβαινε στο δένδρο και έκοβε με χρυσό κλαδευτήρι κομμάτια δρυ που ονομαζόντουσαν Ιξόν, το οποίο μοίραζαν στον λαό λέγοντας «A gui l’an neuf», δηλαδή «στη Βελανιδιά το Νέο Έτος». επειδή θεωρούσαν τη δρύ ιερή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου